Μπιάφρα

Μπιάφρα
Γεωγραφική περιοχή της Νιγηρίας, αντίστοιχη προς την παλιά Ανατολική Περιοχή (76.363 τ. χλμ., περ. 28.000.000 κάτ.) που καταργήθηκε επίσημα το 1968 με τη νέα διοικητική διαίρεση της Νιγηριανής Ομοσπονδίας σε 12 Πολιτείες. Από το 1967 όμως η Μ. είχε ανακηρύξει την ανεξαρτησία της, με αποτέλεσμα να εκραγεί εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των Ίμπο, της κυριότερης εθνικής ομάδας της Μ., και του ομοσπονδιακού στρατού. Ο πόλεμος κράτησε μέχρι τον Ιανουάριο του 1970, όταν τα νιγηριανά ομοσπονδιακά στρατεύματα, ύστερα από σφοδρές μάχες, νίκησαν τους Ίμπο. Ο στρατηγός Οτζούκβρι, αρχηγός των στρατευμάτων της Μ., δραπέτευσε στην Ακτή του Ελεφαντοστού και τα μπιαφρανά στρατεύματα παραδόθηκαν. Και επειδή η νιγηριανή κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι δεν θα δεχόταν βοήθεια σε τρόφιμα και άλλα είδη από τη Γαλλία, την Πορτογαλία, τη νότια Αφρική, τη Ζιμπάμπουε και άλλες χώρες ή οργανισμούς που είχαν ταχθεί κατά της Νιγηρίας στον εμφύλιο πόλεμο, ακολούθησε τρομερός λιμός κατά τον οποίο πέθαναν χιλιάδες. Οι άλλες χώρες - και η Ελλάδα - έστειλαν τότε βοήθεια σε τρόφιμα και έτσι η κατάσταση βελτιώθηκε σημαντικά. Η Μ. αντιστοιχεί κατά μεγάλο μέρος στο δέλτα και στην κάτω λεκάνη απορροής του Νίγηρα· είναι έδαφος κατά το μεγαλύτερο μέρος πεδινό, με κλίμα υγρό και θερμό και καλύπτεται από πυκνά δάση. Στο σύνολό της είναι πλούσια περιοχή· το υπέδαφος έχει σημαντικά κοιτάσματα μολύβδου, ψευδαργύρου και προπάντων πετρελαίου - εκτεταμένες είναι οι φυτείες μπανανών, ελαιούχων φοινίκων και άλλων τροπικών προϊόντων. Κυριότερες πόλεις είναι η Ενούγκου (περ. 280.000 κάτ.), η Ονίτσα στον Νίγηρα (περ. 330.000 κάτ.), η Πορτ Aρκούρ (περ. 360.000 κάτ.), από την οποία εξάγεται το πετρέλαιο, και η Καλαμπάρ (περ. 155.000 κάτ.). Άποψη της πόλης Ονιτσά, μεγάλου οικιστικού κέντρου της Μπιάφρας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… …   Dictionary of Greek

  • Γουινέα — I Παράκτια εδαφική ζώνη στην Αφρική που περιβάλλει τον ομώνυμο κόλπο. Χωρίζεται από το δέλτα του ποταμού Νίγηρα σε δύο τμήματα, τη βόρεια Γ. και τη νότια Γ. Πρόκειται για χαμηλή ακτή, που ανεβαίνει προς το εσωτερικό με αναβαθμίδες, με συχνές… …   Dictionary of Greek

  • Ίμπο ή Ίγκμπο — (Ibo ή Igbo). Μία από τις μεγαλύτερες εθνοτικές ομάδες της νοτιοανατολικής Νιγηρίας, που αριθμεί περίπου 15 εκατομμύρια. Οι Ί., που μιλούν τη γλώσσα ίγκμπο (Kwa), ήταν αρχικά εγκατεστημένοι σε πολλά αυτόνομα χωριά. Ωστόσο, μετά τον ευρωπαϊκό… …   Dictionary of Greek

  • Σογίνκα, Γόουλ — (Soyinka). Νιγηριανός συγγραφέας αγγλικής γλώσσας (Αμπεοκούτα, Νιγηρία 1934). Βραβεύτηκε από το Πανεπιστήμιο του Ιμπαντάν της Νιγηρίας και ύστερα από το Πανεπιστήμιο του Λιντς της Αγγλίας. Παρακολούθησε μαθήματα δραματικής τέχνης στο Θέατρο της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”